Εικονοστάσιο Ανωνύμων Αγίων: Ο γέροντας με τους χαρταϊτούς
Ρίτσος Γιάννης 1909-1990
Κέδρος (1986)
Περιέχονται τα κείμενα: - Ψιχαλίζει - Εκείνη η νύχτα. Πότε; Που; - Υπαίθρια συνοικιακά σινεμά - Σεβάσμιος γέροντας - Παρέα με τους χαρταϊτούς - Η θεία Όλγα - Η κρυφή πείνα - Αισθητικές μεταπλάσεις - Η αιώνια μάχη - Περίεργες αγάπες - Το χρήσιμο και το άχρηστο - Θάνατος και έρωτας
Θάνατος μισθωτού
Αμπατζόγλου Πέτρος 1931-2004
Κέδρος (1986)
Ο Παύλος Μπατής συλλαμβάνεται προληπτικά με την κατηγορία του αντικαθεστωτικού και κλείνεται σε μια πρότυπη φυλακή. Στο κτίριο αυτό οι κατάδικοι ζουν όπως και στις πόλεις με δικά τους ομοιόμορφα διαμερίσματα και εργασία ανάλογη με τα προσόντα τους. Η άφιξη του Μπατή δημιουργεί δυνατότητες για επανάσταση που είναι καταδικασμένη, αφού έχει προδοθεί από την ηγεσία της. Ο Μπατής όμως συνεχίζει τον αγώνα.
Απομνημονεύματα του πρίγκιπος Νικολάου Υψηλάντη
Κέδρος (1986)
Εικονοστάσιο Ανωνύμων Αγίων: Σφραγισμένα μ' ένα χαμόγελο
Ρίτσος Γιάννης 1909-1990
Κέδρος (1986)
Περιέχονται τα κείμενα: - Χτυπήματα θερινών ανέμων - Αυτό που λέμε επιθυμία - Το πιο σπιθόβολο καλοκαίρι - Μετά απ' το ζευγάρωμα των αλόγων - Έσπασε το γυαλί της λάμπας - Ελιγμοί και περιπλανήσεις - Το δαχτυλίδι και το παξιμάδι - Ακόμη ένας Άγιος - Μια εικόνα εκτός του Εικονοστασίου - Μορφές χαμόγελου - Το αγαθό της φιλίας
Ιστορίες για τα βαθιά
Μαστοράκη Τζένη 1949-
Κέδρος (1986)
[Ε' ΤΙ ΕΛΕΓΕ ΕΚΕΙΝΗ Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ] Μα όταν κάποιος σου μιλά με τρόμους, φωνές χαμένων σε απαίσια σπήλαια και βάλτους- εσύ να σκέφτεσαι προπάντων τι μπορεί να εν- νοεί, ποιο διαμελισμένο πτώμα κρύβει στο υπό- γειό του, τι δαγκωτά φιλιά και φόνους, νύχτα υπόκωφη, που σιωπηλά τη διασχίζουν αμαξο- στοιχίες (συσκοτισμένες με βαριά παραπετά- σματα, και στους τροχούς πανιά ή βαμπάκι), τι άνομες επιθυμίες, λύσσα, ψιθύρους, ουρλιαχτά, βεγγαλικά σε λάκκους πολιούχων, εκδικητές να τον μουσκεύουν στο αίμα όταν κοιμάται, ποιον κλέφτη, τέλος, σε βαθύ κοιτώνα χάλκινο, πνιγ-...
Μάρθα Σόλγκερ
Δαράκη Ζέφη Λ. 1939-
Κέδρος (1985)
"Ήταν απόγευμα μες στο δωμάτιο και ξάφνου τα πράγματα σαν να ρουφήχτηκαν από τους τοίχους... και μόνον η τζαμαρία βαριανάσαινε κι έτριζε απ' τη ζωή του δρόμου κι απ' τις μεγάλες, δραματικές φωτοσκιάσεις του δειλινού... Προσπάθησα να σας μιλήσω μα γυρίσατε και με κοιτάξατε τόσο ανήσυχα, με πρόσωπο κατασπαραγμένο από ένα ιδιότροπο ενδιαφέρον που παρέπαιε ανάμεσα στην απάρνηση και στην αγάπη... Ξαναπήγα κάτι να πω, μα σηκώσατε το δάχτυλο στα χείλη σας κι ακουμπήσατε στο στόμα μου μια δροσερή τρεμάμενη παλάμη. Τότε σας έφυγα και γλίστρησα στου ύπνου μου τον ύπνο και πάλι βρέθηκ...