Κοσμάς Γρηγοριάτης Ιερομόναχος 1942-1989
Στις 1 Απριλίου 1942 στα χρόνια της γερμανικής κατοχής, στο χωριό Θεοδόσια του Κιλκίς γεννιέται ο πρωτότοκος υιός του κ. Δηµήτρη και της κ. Δέσποινας Ασλανίδη, ο Ιωάννης. Το 1960 αποφοίτησε από το τμήμα εργοδηγών ηλεκτρολόγων του Ευκλείδη. Την περίοδο αύτή παρακολουθεί Κατηχητικά μαθήματα στη Χριστιανική Ένωση Εργαζομένων Νέων Θεσσαλονίκης. Έτσι διαμορφώνεται σιγά-σιγά ή προσωπικότητά του. Στα 18 του χρόνια ένιωσε το πρώτο σκίρτημα για την Εξωτερική Ιεραποστολή σε µία από τις διαλέξεις του λαϊκού τότε, σήμερα δε Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστάσιου Γιαννουλάτου. Από τα χρόνια εκείνα άρχισε να αλληλογραφεί µε τον πρωτοπόρο φλογερό Ιεραπόστολο π. Χρυσόστομο Παπασαραντόπουλο. Το 1962 κατατάσσεται στο Πολεμικό Ναυτικό και υπηρετεί τη θητεία του με τον βαθμό του Αρχικελευστού στις τορπιλακάτους. Τότε ακριβώς συνδέεται με την Ιεραποστολική Αδελφότητα Ο ΣΤΑΥΡΟΣ του π. Αυγουστίνου, σημερινού Επίσκοπου Φλωρίνης. Μετά την στρατιωτική του θητεία με συγκατάθεση και των γονέων του μένει για εννιά ολόκληρα χρόνια στην Αδελφότητα του Σταυρού σαν μέλος της. Όλα αυτά τα χρόνια εργάζεται Ιεραποστολικά ως υπεύθυνος του τυπογραφείου της Αδελφότητας. Παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα στο επτατάξιο Νυκτερινό Γυμνάσιο Πειραιώς και αποφοιτεί το 1970. ‘Όταν ο π. Αυγουστίνος γίνεται Μητροπολίτης Φλωρίνης ανεβαίνει μαζί του στην Φλώρινα. Νέοι αγώνες τον περιμένουν. Οργανώνει, από εθελοντές φοιτητές, συνεργεία, για την ανοικοδόμηση ευαγών ιδρυμάτων της Ιεράς Μητροπόλεως. Πρωτοστατεί στο κτίσιμο τού συνοικισμού των νεοφώτιστων Αθίγγανων, πού κατηχήθηκαν και βαπτίσθηκαν ομαδικά από τον π. Αυγουστίνο. Σαν εργοδηγός βοήθησε στην ανέγερση Ιερών Ναών, ενοριακών κέντρων, γηροκομείου, ορφανοτροφείου, τον Οίκο Μακεδονικής χειροτεχνίας, όλα στην επαρχία της Ι. Μ. Φλωρίνης. Με τα εθελοντικά συνεργεία, ανύψωσε τεράστιους Σταυρούς, όπως αυτός πού υψώνεται στην πόλη της Φλώρινας, στο ύψωμα 1020. Έργα του επίσης είναι το Πνευματικό Κέντρο στις Λεύκες της Πάρου και άλλα δύο ιδρύματα στην Αθήνα.Το 1974 παίρνει το πτυχίο τού Καλού Σαμαρείτου του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού και συγχρόνως εγγράφεται στη Ριζάρειο Ανωτέρα Ιερατική Σχολή Αθηνών με σκοπό να προετοιμαστεί για το Ιερατικό στάδιο.Ένα χρόνο μετά διακόπτει τις σπουδές του και σε ηλικία 33 ετών έφυγε για το Ζαΐρ, μαζί με τον Ιεραπόστολο π. Αμφιλόχιο Τσούκο, υπεύθυνο τότε τού Ιεραποστολικού Κλιμακίου Κολουέζι. Κατά την δεκατετράμηνη παραμονή του στο Ζαΐρ έκτισε με υποτυπώδη μέσα και με ανειδίκευτους ιθαγενείς εργάτες δέκα Ιερούς Ναούς, στην επαρχία Σάμπα.Επιστρέφοντας στην Ελλάδα τελειώνει τις σπουδές του στη Ριζάρειο και παίρνει το πτυχίο της Σχολής το 1977. Εν συνεχεία χειροτονήθηκε, από τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Ροδοστόλου κ. Χρυσόστομο, διάκονος και πρεσβύτερος και αναχώρησε για το Ζαΐρ. Μεγάλοι αγώνες τον ανέμεναν εκεί: Η ανέγερση Ι. Ναών, η Κατήχηση και το Κήρυγμα προς τούς Αφρικανούς Αδελφούς και οι βαπτίσεις πολλών εξ αυτών (βάπτισε περί τούς 15.000 Αφρικανούς), η οργάνωση μεγάλου αγροκτήματος (3.000 στρεμμάτων) και ζωοτροφείου, για την προσφορά τροφής στους ιερείς, στους πτωχούς Ορθοδόξους, αλλά και στους μη Ορθοδόξους, λεπρούς και φυλακισμένους. Κατά την τελευταία επίσκεψή του στο Άγιο Όρος, τον Ιούνιο 1988, ήταν πολύ καταβεβλημένος. Κάθε δύο η τρία χρόνια, ερχόταν στο Άγιο ‘Όρος, για ανανέωση, εξομολόγηση, προσευχή και λήψη οδηγιών, για την περαιτέρω πορεία του έργου του. Το 1980 προεχειρίσθη σε Πνευματικό και αργότερα Αρχιμανδρίτη, από τον Σεβ. Μητροπολίτη Κεντρώας Αφρικής κ. Τιμόθεο. Ο π. Κοσμάς δεν επεδίωκε τα αξιώματα. Τον ενδιέφερε κυρίως η σωτηρία των ανθρώπων και η στερέωση της Ορθοδοξίας στο Ζαΐρ. Δίδασκε στους Αφρικανούς την ευχή του Ιησού, πού θεωρούσε αποτελεσματικό όπλο, κατά της δαιμονοκρατίας των μάγων της Αφρικής. Θεωρούσε επίσης πρωταρχικό του καθήκον, να μυήσει τούς νεοφώτιστους Αφρικανούς στην Ορθόδοξη Λειτουργική ζωή, με την τέλεση συχνών Ιερών Ακολουθιών και Αγρυπνιών και τη διδασκαλία της βυζαντινής μουσικής κατά το Αγιορείτικο τυπικό, όσο ήταν δυνατόν να μεταφυτευθούν στην Αφρική. Η εκ μέρους του, επίσης, καλή γνώση της γλώσσας Σουαχίλι, των Αφρικανών, τον διευκόλυνε στο έργο του. Διαχειρίστηκε πολλά εκατομμύρια, αλλά πέθανε πτωχός και ακτήμων, ως αληθής μοναχός. Κατά την τελευταία του έλευση στο Άγιο Όρος, συνέγραψε μελέτη, στην οποία εκθέτει τα συμπεράσματα της μέχρι τούδε ιεραποστολικής του πείρας με τίτλο: "Σκέψεις περί ιεραποστολής μέσα από την πράξη". Σε σύναξη της Αδελφότητας της Ι. Μονής Οσίου Γρηγορίου, προφητικά είπε, ότι κανείς δεν μπορεί να προσφέρει γνήσιο ιεραποστολικό έργο στην Αφρική, αν δεν αποφασίσει, να αφήσει εκεί τα κόκαλά του εκεί. Την Παρασκευή, 27 Ιανουαρίου 1989, το ταξίδι του, από το Λουμπουμπάσι στο Κολουέζι, έληξε αιφνίδια και θανατηφόρα λόγω αυτοκινητιστικού δυστυχήματος.