Alexander Samuel
Ο Samuel Alexander γεννήθηκε στο Σίδνεϋ της Αυστραλίας το 1864 από Εβραίους γονείς, τέταρτο τέκνο της οικογένειας αλλά δεν ευτύχησε να γνωρίσει τον πατέρα του ο οποίος πέθανε κατά τη διάρκεια της κυήσεώς του. Εγκαταστάθηκε νέος στην Οξφόρδη, όπου τελικά σπούδασε κερδίζοντας υποτροφίες. Στην Οξφόρδη παρακολούθησε κυρίως τα μαθήματα των Άγγλων ιδεαλιστών-νεοεγελιανών F. H. Bradley, 1846-1924, και B Bosanquet, 1848-1923, εκ των ηγετικών εκφραστών του λεγόμενου απόλυτου ιδεαλισμού προς τον οποίο αργότερα εξέφρασε τις αντιρρήσεις του. Το 1893 εκλέχθηκε στο Owens College του Μάνσεστερ όπου και παρέμεινε μέχρι το θάνατό του (1938). Επίσης, στο Μάνσεστερ κάλεσε και εγκατέστησε την οικογένειά του: την αδελφή του, τους δύο αδελφούς του, τη μητέρα του και τη θεία του. Ο ίδιος έμεινε άγαμος. Αγάπησε την πόλη στην οποία παρέμεινε μέχρι το θάνατό του, παρά το ότι έκανε αρκετές προσπάθειες να επιστρέψει στην Οξφόρδη ως καθηγητής, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Διετέλεσε πρόεδρος της Αριστοτελικής Εταιρείας (1908-1911) και εταίρος της Αγγλικής Ακαδημίας (1913). Το συγγραφικό του έργο το οποίο κορυφώθηκε με το μόνο εκτενές δίτομο έργο του "Space, Time and Deity" (1920), σε συνέχεια δημοσιευμάτων του κυρίως στο περιοδικό, ένδοξο τότε, Mind, τον επέβαλε ως μία απ’ τις διαπρεπείς προσωπικότητες της Αγγλοσαξωνικής κυρίως διανόησης. Ο Alexander τιμήθηκε επίσης απ’ τα πανεπιστήμια της Οξφόρδης, της Λίβερπουλ και του Καίμπριτς. Κύρια έργα: "Η Εγελιανή θεώρηση της τέχνης" (1886), "Μεταφυσική μέθοδος και κατηγορίες" (1912), "Η βάση του ρεαλισμού" (1914), "Σπινόζα και χρόνος" (1920), "Η Ηθική ως Τέχνη" (1928), κ.ά.