Φανακίδης Απόστολος
Ο Απόστολος Φανακίδης γεννήθηκα στα Βρύσικα Έβρου στις 15 Μαΐου 1945. Με τα γεγονότα του Εμφυλίου Πολέμου βρέθηκε στη Βουδαπέστη της Ουγγαρίας. Από την εποχή εκείνη και την υπέροχη Βουδαπέστη του έχουν μείνει μνήμες και εικόνες μαγικές. Η αρχιτεκτονική της πόλης με γοτθικούς ρυθμούς, στολισμούς, πάρκα, γλυπτά σε πλατείες και δρόμους και προπαντός πολύχρωμα φώτα προκαλούσαν την παιδική του φαντασία. Αυτά τα πολύχρωμα φώτα, κόκκινα, μπλε, κίτρινα, πράσινα και ροζ, μεταξύ άλλων, έχουν τυπωθεί ανεξίτηλα στη μνήμη του και τον συνοδεύουν μέχρι σήμερα. Το 1957, μετά τα δραματικά γεγονότα του 1956 στη Βουδαπέστη, έφυγαν από την Ουγγαρία και εγκαταστάθηκαν στη Σόφια. Εκεί τελειώνειτο γυμνάσιο και συνέχισε στο Λύκειο Καλών Τεχνών από το 1962 έως το 1966. Στη συνέχεια φοίτησε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών στο Τμήμα της Μνημειακής Γλυπτικής από το 1967 έως το 1972. Το 1975-6 δημιουργεί σε πλατεία της Σόφιας το πρώτο αφηρημένο μοντέρνο που στήθηκε εκεί από ανοξείδωτο ατσάλι διαστάσεων 8 χ 1,50 χ 3μ. Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1978. Προσπαθεί να απαλλαγεί από την ακαδημαϊκή σπουδή. Το αττικό φως, ο καταγάλανος ουρανός του δίδαξαν να δει διαφορετικά τη φόρμα, την ανάγκη της αφαίρεσης και της λιτότητας. Το 1979 λαμβάνει μέρος στην πρώτη ομαδική έκθεση στην Ελλάδα με το Σύλλογο Γλυπτών στον κήπο μπροστά από το Ωδείο Αθηνών. Την ίδια εποχή λαμβάνει μέρος σε καλλιτεχνικούς διαγωνισμούς για γλυπτά σε δημόσιους χώρους. Πίστευε και εξακολουθεί να πιστεύει ότι το γλυπτό στο δημόσιο χώρο επικοινωνεί άμεσα με το κοινό, προβάλλεται και έχει παιδευτικό χαρακτήρα. Το 1981 εκπροσωπεί την Ελλάδα στη Biennale της Βουδαπέστης, όπου παίρνει το βραβείο σε μια πόλη πολύ σημαντική για εκείνον. Το 1988 λαμβάνει μέρος με τη γκαλερί Α.Δ. στη Foire SAGA (FLAC EDITION) στο Grand Palais στο Παρίσι και το 1998 στη μόνιμη υπαίθρια διεθνή έκθεση γλυπτικής στο Σικάγο. Το 1999 συμμετείχε σε ευρωπαϊκή συνάντηση γλυπτών στην Ολλανδία με θέμα «Θάλασσα από ατσάλι», όπου δημιούργησε και ολοκλήρωσε έργο από ανοξείδωτο ατσάλι διαστάσεων 8x6 χ 3μ. Είναι ένα ανάλαφρο έργο και συνάμα κινητικό, καθώς φυσάει ο άνεμος, τα ελάσματα κινούνται δημιουργώντας ελαφριούς κυματισμούς που παράγουν μουσική από απαλούς ήχους. Το έργο στην είσοδο της έκθεσης με το χαρακτηριστικό ροζ χρώμα ανακαλεί τις μνήμες που τον συνοδεύουν και θα τον συνοδεύουν στο μέλλον. Το 1988 το Υπουργείο Πολιτισμού προκηρύσσει Πανελλήνιο Καλλιτεχνικό διαγωνισμό για τη δημιουργία μνημείου για τους 200 εκτελεσθέντες πατριώτες στο Σκοπευτήριο Καισαριανής. Δεν γνωρίζει για ποιο λόγο, αλλά ήταν επιθυμία του να δημιουργήσει αυτό το μνημείο. Το όνειρό του έγινε πραγματικότητα. Έλαβε μέρος στο διαγωνισμό στον οποίο έλαβε το Α' Βραβείο για την ανάθεση και την εκτέλεση του έργου. Μετά από πολλές γραφειοκρατικές περιπέτειες το έργο ολοκληρώθηκε στο Σκοπευτήριο το 2005. Το ίδιο έτος έγιναν και τα αποκαλυπτήρια. Το έργο αυτό το θεωρεί σταθμό στην πορεία του. Είναι μια πρόταση κατά πολύ διαφορετική, από αυτά που βλέπουμε σε δημόσιους χώρους και πλατείες. Είναι μια σύγχρονη εικαστική πρόταση. Αξιοποίησε στοιχεία τεχνολογίας όπως οι οπτικές ίνες, που φωτίζουν το νερό με κόκκινο χρώμα παραπέμποντας μας στο αίμα που αισθητικά και αρμονικά συνδυάζει παρελθόν παρόν μέλλον.