Rodríguez Araque Alí
Ο Αλί Ροδρίγες Αράκε είναι πολιτικός, δικηγόρος και διπλωμάτης. Νυν υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών της Δημοκρατίας της Βενεζουέλας. Πρώην ηγέτης κομμουνιστικού αντάρτικου, έχει αναλάβει διάφορες υπεύθυνες θέσεις στη διακυβέρνηση του Ούγκο Τσάβες, όπως υπουργός Ενέργειας και Φυσικών Πόρων, γενικός γραμματέας του ΟΠΕΚ, πρόεδρος της PDVSA, υπουργός Εξωτερικών και πρέσβης της Βενεζουέλας στην Κούβα. Γεννήθηκε στο Εχίδο της Πολιτείας Μερίδα, στις 9 Σεπτεμβρίου 1937. Διπλωματούχος δικηγόρος, θα αποφοιτήσει από το τμήμα οικονομικών σπουδών του Κεντρικού Πανεπιστημίου της Βενεζουέλας στο Καράκας, το 1961, με ειδίκευση στα πετρελαϊκά ζητήματα. Έχει γράψει αρκετά έργα σχετικά με τον ενεργειακό τομέα. Τις δεκαετίες '60 και '70 έλαβε μέρος στο αντάρτικο που διεξήγαγαν ένοπλες αριστερές ομάδες ενάντια στις κυβερνήσεις του Συμφώνου του Πούντο Φίχο που όριζε την αποκλειστική εναλλαγή στην κυβέρνηση των κομμάτων COPEΙ και ΑD, τα οποία εκλέγονταν δημοκρατικά, αποκλείοντας ωστόσο τους κομμουνιστές και άλλα αριστερά κόμματα. Ο Ροδρίγες Αράκε, με το ψευδώνυμο "διοικητής Φάουστο", έδρασε επικεφαλής αρκετών αντάρτικων μετώπων ενώ διακρίθηκε ως ειδήμων στα εκρηκτικά. Το 1966 εντάχθηκε στις γραμμές του μαρξιστικού Κόμματος της Επανάστασης της Βενεζουέλας (ΡRV), όπου συνεργάστηκε δραστήρια με τον θρυλικό ηγέτη του αντάρτικου Ντούγκλας Μπράβο. Ο Ροδρίγες αποφασίζει να εγκαταλείψει τα όπλα το 1983, ενώ είχε ήδη περάσει πάνω από μία δεκαετία από τη θέσπιση του διατάγματος περί αμνηστίας και ειρήνευσης στην οποία προχώρησε, το 1971, ο πρόεδρος Ραφαέλ Καλντέρα. Από το 1983 έως το 1997 ακολούθησε τον δρόμο της ειρηνικής κοινοβουλευτικής πολιτικής δράσης μέσα από μια διάσπαση του Κομμουνιστικού Κόμματος, το Causa R. Το 1997 αποχώρησε από το κόμμα του και συνεργάστηκε με την τάση του Πάμπλο Μεδίνα, από την οποία προέκυψε μια νέα οργάνωση, η Πατρίδα για Όλους (ΡΡΤ), την οποία συγκρότησαν μέλη του Causa R. που υπήρξαν ενεργοί υποστηρικτές της εξέγερσης που έγινε γνωστή ως "Καρακάσο". Ο Ροδρίγες στήριξε επίσης την προσπάθεια του στρατιωτικού κινήματος της 4ης Φεβρουαρίου του 1992 καθώς και τον ηγέτη της τότε εξέγερσης, αντισυνταγματάρχη Ούγκο Τσάβες, ως υποψήφιο για την προεδρία της χώρας στις εκλογές του Δεκεμβρίου του 1998 στις οποίες αναδείχθηκε νικητής. Ο Ροδρίγες έχει αποκτήσει φήμη ικανού και συναινετικού διαπραγματευτή, παρόλο που τη δεκαετία του '90 διακρίθηκε ως μαχητικός αντίπαλος των ιδιωτικοποιήσεων του πετρελαϊκού τομέα (πακέτα νεοφιλελεύθερων αναπροσαρμογών επί κυβερνήσεων Κάρλος Αντρες Πέρες και Ραφαέλ Καλντέρα). O Ροδρίγες με την άνοδο του Τσάβες στην προεδρία, ανέλαβε υπουργός Ενέργειας και Φυσικών Πόρων, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 2000. Την ίδια χρονιά εκλέχθηκε γενικός γραμματέας του ΟΠΕΚ, προωθώντας τη μείωση της πετρελαϊκής παραγωγής με στόχο την αύξηση της τιμής του στις διεθνείς αγορές. Τον Ιούνιο του 2002 αντικαταστάθηκε από τον συμπατριώτη του Άλβαρο Σίλβα Καλντερόν και ανέλαβε τη θέση του προέδρου της κρατικής πετρελαϊκής επιχείρησης ΡDVSA. Οι προσπάθειές του να επιλύσει την αντιπαράθεση που εκδηλώθηκε ανάμεσα στη διοίκηση της εταιρείας και την κυβέρνηση απέτυχαν ενώ, μετά την παρατεταμένη γενική απεργία που χαρακτηρίστηκε από τους τσαβιστές ως πετρελαϊκό πραξικόπημα και διήρκεσε σχεδόν δύο μήνες αποφέροντας σημαντικά πλήγματα στην ΡDVSA, οδηγήθηκε τελικά στο να απολύσει πάνω από 15.000 εργαζόμενους της εταιρείας. Παρέμεινε στην παραπάνω θέση μέχρι τον Νοέμβριο του 2004 οπότε, κατά τον κυβερνητικό ανασχηματισμό, ανέλαβε υπουργός Εξωτερικών. Από τη θέση αυτή, μαζί με τον Χόρχε Βαλέρο, πρεσβευτή της Βενεζουέλας στον ΟΑΚ (Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών), υπερασπίστηκε την κυβέρνηση Τσάβες απέναντι στις διπλωματικές πιέσεις των ΗΠΑ σε διεθνείς οργανισμούς όπως ο ΟΗΕ και ο ΟΑΚ. Οργάνωσε αρκετές επισκέψεις του προέδρου Τσάβες στο εξωτερικό, αντιτάχθηκε σθεναρά στην εφαρμογή του νεοφιλελεύθερου συμφώνου εμπορίου της ΑLCA, προώθησε τις εμπορικές συμφωνίες της ΑLΒΑ ανάμεσα σε Βενεζουέλα, Κούβα και Βολιβία, ενώ από τη θέση αυτή πέτυχε την υπογραφή του Πρωτοκόλλου Ένταξης της χώρας του στη ΜΕRCOSUR. Το 2006 υπέστη καρδιακό επεισόδιο, γεγονός το οποίο τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τη θέση του υπουργού Εξωτερικών την οποία ανέλαβε ο Νικόλας Μαδουρο. Τον Σεπτέμβριο του 2006 ορίστηκε πρέσβης της Βενεζουέλας στην Κούβα. Την επόμενη χρονιά αποχώρησε από το ΡΡΤ και εντάχθηκε στις γραμμές του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος που μόλις είχε αρχίσει να συγκροτείται με στόχο να συσπειρώσει την πλειοψηφία των φιλοκυβερνητικών οργανώσεων. Τον Ιούνιο του 2007 ανακλήθηκε από τη θέση του πρεσβευτή και ανέλαβε εκ νέου υπουργός της κυβέρνησης Τσάβες, αυτή τη φορά στο υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, και ως εκ τούτου εκπροσωπεί τη Βενεζουέλα στο ΔΝΤ.