Βογιατζής Λευτέρης 1945-2013
Ο Λευτέρης Βογιατζής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945. Σπούδασε αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, παρακολούθησε για δύο χρόνια το Ράινχαρτ Σεμινάρ στη Βιέννη και αποφοίτησε από τη δραματική σχολή του Κ. Μιχαηλίδη στην Αθήνα. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο θέατρο, ως ηθοποιός, το 1973 στον "Κυριακάτικο περίπατο", σε σκηνοθεσία Γιώργου Μιχαηλίδη. Ακολούθησαν συνεργασίες του με τον Σπύρο Ευαγγελάτο και αργότερα με την Ελεύθερη Σκηνή και με την Έλλη Λαμπέτη. Τα χρόνια αυτά έπαιξε πολλούς ρόλους κυρίως του κλασικού ρεπερτορίου, όπως του Άλφρεντ, στις "Ιστορίες από το δάσος της Βιέννης" του Έντεν Φον Χόρβατ, της Λυσιστράτης στη "Λυσιστράτη" του Αριστοφάνη, του Ευριπίδη στους "Βατράχους" του Αριστοφάνη, του Ταρτούφου στον "Ταρτούφο" του Μολιέρου, κ.ά. Το 1981 ίδρυσε την Εταιρεία Θεάτρου "Η Σκηνή" σε συνεργασία με έξι ακόμα ηθοποιούς. Από το 1982 έως το 1987, σκηνοθέτησε και έπαιξε στα έργα "Η σπασμένη στάμνα" του Χ. Φον Κλάιστ (σε συσκηνοθεσία με τον Βασίλη Παπαβασιλείου), "Οι αγροίκοι" του Κάρλο Γκολντόνι, "Συμφορά από το πολύ μυαλό" του Α. Γκριμπογέντοφ, "Σε φιλώ στη μούρη..." του Γ. Διαλεγμένου (βραβείο σκηνοθεσίας Καρόλου Κουν). Το 1988 ιδρύει τη "Νέα Σκηνή", όπου με τη συμμετοχή νέων ηθοποιών, σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί σε πολλές παραστάσεις που καλύπτουν το τρίπτυχο κλασικό έργο, σύγχρονο έργο αιχμής, νεοελληνικό έργο, αρχίζοντας με τον "Θείο Βάνια" του Τσέχωφ (Βάνιας), το 1989, και το "Ρίττερ, Ντένε, Φος" του Τ. Μπέρνχαρντ (Φος), το 1991, για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Παράλληλα, το 1989 ιδρύει το Εργαστήρι Αρχαίου Δράματος από όπου το 1991 αποφοιτούν δώδεκα μαθητές του, ύστερα από τριετή εντατική φοίτηση, με τους οποίους σκηνοθετεί την "Αντιγόνη" του Σοφοκλή, το 1992, και στη συνέχεια τον "Κατζούρμπο" του Γ. Χορτάτση. Επιστρέφοντας στους επαγγελματίες ηθοποιούς, το 1995, ανεβάζει το σατιρικό "Με δύναμη από την Κηφισιά" των Δημήτρη Κεχαΐδη-Ελένης Χαβιαρά. Ακολουθούν οι παραστάσεις: "Μισάνθρωπος" του Μολιέρου, 1996, "Ελένη", του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία του Γ. Χουβαρδά (ο ΛΒ στο ρόλο του Μενέλαου), "Η νύχτα της κουκουβάγιας" του Γιώργου Διαλεγμένου, 1998 (βραβείο σκηνοθεσίας "Φώτος Πολίτης", βραβείο Καρόλου Κουν, βραβείο Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών Κριτικών), "Πέρσες" του Αισχύλου, 1999, για το Εθνικό Θέατρο, "Τέφρα και σκιά" του Χάρολντ Πίντερ, 2000, "Καθαροί πια" της Σάρα Κέην, 2001 (για πρώτη φορά στην Ελλάδα), "Σ' εσάς που με ακούτε" της Λούλας Αναγνωστάκη, 2003, "Crave" ("Λαχταρώ") της Σάρα Κέην, 2003, "Το σχολείο των γυναικών" του Μολιέρου, 2004, "Bella Venezia" του Γιώργου Διαλεγμένου, 2005 (βραβείο Κάρολου Κουν, βραβείο Ένωσης Κριτικών Θεάτρου και Μουσικής), "Αντιγόνη" του Σοφοκλή, 2006-2007 για το Φεστιβάλ Επιδαύρου, "Ήμερη" του Φ. Ντοστογιέφσκι, 2007, μαζί με τον Γ. Σκεύα, κ.ά. Σχεδόν όλες οι παραστάσεις του γνώρισαν επιτυχία, κατακτώντας ένα κοινό πιστό και αφοσιωμένο στην ποιότητα της δουλειάς του ("Δεν ξέρω να ανεβάζω έργα, ξέρω να τα ψάχνω, γι' αυτό δεν έχω ανεβάσει πάρα πολλά", έλεγε σε ένα χαρακτηριστικό του απόφθεγμα ο ίδιος). Στον κινηματογράφο έλαβε μέρος σε μικρό αριθμό ταινιών ελλήνων σκηνοθετών: "Περιπλάνηση" του Χρ. Χριστοφή (1979), "Ανατολική περιφέρεια" του Β. Βαφέα (1979), "Μια θέση στο παράθυρο" της Μαρίας Νικολακοπούλου (μ. μήκους, 1981), "Ακροπόλ" του Π. Βούλγαρη (1995), "Γυμνά χέρια" του Γ. Σκεύα (ντοκιμαντέρ, 2012), κυρίως, όμως, σε ταινίες του Νίκου Παναγιωτόπουλου με τον οποίο τον συνέδεε ιδιαίτερη φιλία ("Μελόδραμα;", 1980, "Βαριετέ", 1985, "Η γυναίκα που έβλεπε τα όνειρα", 1989, "Ονειρεύομαι τους φίλους μου", 1993, βραβείο α' ανδρικού ρόλου στο Φεστιβάλ Σαν Ρέμο, "Beautiful People", 2000, "Αθήνα-Κωνσταντινούπολη", 2008, "Τα οπωροφόρα της Αθήνας", 2010). Έχασε τη μάχη με τον καρκίνο στην Αθήνα, τη Μ. Πέμπτη 2 Μαΐου 2013, σε ηλικία 68 ετών. Η κηδεία του έγινε την Τετάρτη 8 Μαΐου στο Α' Νεκροταφείο. Την ίδια μέρα, η σορός του εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στο θέατρο της Οδού Κυκλάδων, από τις 12 το μεσημέρι έως τις 4 το απόγευμα, σύμφωνα με την τελευταία του επιθυμία.