Χουλιάρας Γιώργος (Περικλής)
Ο Γιώργος Χουλιάρας (Περικλής) γεννήθηκε στα Καστέλλια της Παρνασσίδας το 1914. Σε νεαρή ηλικία εντάχτηκε στο κομμουνιστικό κίνημα μέσα από τις γραμμές της Ομοσπονδίας Κομμουνιστικών Νεολαίων (ΟΚΝΕ) και εργάστηκε στην Ηλεκτρική Εταιρεία στη Λαμία. Στα μέσα του Μαΐου 1941, μόλις δύο εβδομάδες μετά την έναρξη της Κατοχής, μαζί με άλλους κομμουνιστές στην πόλη που αναλαμβάνει πρωτοβουλία για την ανασυγκρότηση των κομματικών οργανώσεων του ΚΚΕ στη Φθιώτιδα και ιδρύει την πατριωτική οργάνωση "Μέτωπο Εθνικής Σωτηρίας" (ΜΕΣ), η οποία μετά την ίδρυση του ΕΑΜ τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου αφομοιώνεται σε αυτό και ανασυγκροτείται. Τον Μάιο του 1942 ανατίθεται στον Θανάση Κλάρα (Άρης Βελουχιώτης) και στον Γιώργο Χουλιάρα να δημιουργήσουν δύο αντάρτικες ομάδες, ο πρώτος στις περιοχές της Ευρυτανίας, της Φθιώτιδας και του Δομοκού, και ο δεύτερος στις περιοχές της Παρνασσίδας και της Λοκρίδας. Μετά τη συνάντηση και τη συγχώνευση των δυο ομάδων, παίρνει μέρος στην επιχείρηση για την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, και τον χειμώνα του 1942-1943, όταν συγκροτείται το Γενικό Αρχηγείο Ρούμελης ΕΛΑΣ, είναι μέλος της διοίκησης του μαζί με τον Άρη και τον Θάνο. Από τον Οκτώβριο του 1943 ως και τα Δεκεμβριανά στα οποία συμμετέχει, υπηρετεί ως καπετάνιος του 42ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ. Το Μάρτιο του 1945, μετά τη Βάρκιζα, με εντολή του κόμματος πηγαίνει στην Γιουγκοσλαβία - στο Μοναστήρι, στο Τέτοβο και στο Μπούκλες - όπου μένει ως τον Οκτώβριο του 1946. Τότε παίρνει εντολή να επιστρέψει στην Ελλάδα με την αποστολή 26 Ρουμελιωτών για να συμβάλει στην ανάπτυξη των ανταρτικών ομάδων του Δημοκρατικού Στρατού στη Ρούμελη. Στον Εμφύλιο Πόλεμο συμμετέχει ως συναρχηγός του Αρχηγείου Όθρυος του ΔΣΕ, το οποίο τον Μάρτιο του 1947 μετονομάστηκε σε Αρχηγείο Γκιώνας, και αργότερα ως υπαρχηγός του Αρχηγείου Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, με αρχηγό τον Χαρίλαο Φλωράκη (Γιώτη). Μετά την αναδιοργάνωση του ΔΣΕ κατά τα πρότυπα τακτικού στρατού στις του αρχές του 1948, υπηρετεί ως διοικητής του 2ου Τάγματος της 144ης Ταξιαρχίας της ΙΙ Μεραρχίας του ΔΣΕ στη Ρούμελη ως το τέλος του Εμφυλίου. Για τον Γιώργο Χουλιάρα και την ομάδα του, αποκομμένους αντάρτες και καταδιωκόμενους, το τέλος του πολέμου ήλθε τον Δεκέμβριο του 1949, με την κατάληξη της πορείας τους από τη Στερεά Ελλάδα ως την Αλβανία. Μετά το 1950 έζησε μαζί με την οικογένειά του ως πολιτικός πρόσφυγας στην Πολωνία, υπομένοντας διωγμούς από την ηγεσία Ζαχαριάδη ως "φραξιονιστής", "αντιηγετικός" και "αντικομματικός". Το 1952 διαγράφηκαν από το κόμμα ο ίδιος και η σύζυγός του Λουκία, αντάρτισσα του ΔΣΕ, όμως μετά την αλλαγή στην ηγεσία του ΚΚΕ το 1956-1957 αποκαταστάθηκε και διετέλεσε ως το 1968 πρόεδρος της Ένωσης των Ελλήνων Πολιτικών Προσφύγων στην Πολωνία. Στην Ελλάδα επέστρεψε με την οικογένειά του το 1977. Έζησε για δύο χρόνια στην Αθήνα, και το 1979 επέστρεψε στη Λαμία, όπου "δίπλωσε τις μέρες του", όπως του άρεσε να γράφει, ως το θάνατό του το 2001 σε ηλικία 87 ετών.