Γλέζος Πέτρος
Glézos Pétros
Πέτρος Γλέζος (1902-1996). Ο Πέτρος Γλέζος γεννήθηκε στην Απείρανθο της Νάξου, γιος του κτηματία Δημήτρη Γλέζου, ο οποίος πέθανε όταν ο συγγραφέας ήταν εννιά ετών, και της Καλλιόπης Ζευγώλη. Είχε εφτά αδέρφια. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη χώρα της Νάξου και -μετά το θάνατο του πατέρα του- στην Αθήνα, όπου εγκαταστάθηκε με τη μητέρα και τα αδέρφια του. Τέλειωσε το Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης του Δημήτρη Γληνού και στη συνέχεια σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του εργάστηκε ως αντιγραφέας σε δικηγορικό γραφείο, ως διορθωτής στην Καθημερινή του Γεωργίου Βλάχου και τα Χρονικά του Κώστα Κοτζιά και ως υπάλληλος του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. Μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε ως δικηγόρος και ως υπάλληλος του Υπουργείου Γεωργίας και της Αγροτικής Τράπεζας. Συνεργάστηκε ως αρθρογράφος με πολλά περιοδικά και εφημερίδες της Αθήνας και της επαρχίας, κυρίως με τη Νέα Εστία, το Βήμα και την Ελευθερία. Τιμήθηκε με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (1977 για τη συλλογή διηγημάτων Τα θαμπά μάτια) και το Α΄ Κρατικό Βραβείο Διηγήματος (1986 για τη συλλογή διηγημάτων Τα απομνημονεύματα ενός κυρίου). Από το 1980 και για σειρά ετών διετέλεσε πρόεδρος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Έργα του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά και δανέζικα. Πέθανε στην Αθήνα το 1996, την ίδια χρονιά με τη σύζυγο και δια βίου σύντροφό του, την ποιήτρια Διαλεχτή Ζευγώλη. Την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία πραγματοποίησε γύρω στο 1920 με τη δημοσίευση του ποιήματος Απριλιάτικη νύχτα στο περιοδικό Οικογενειακός Αστήρ. Την ίδια περίοδο έδωσε μια διάλεξη με τίτλο Ελληνικό Φως, για την οποία βραβεύτηκε από την Περιηγητική Λέσχη και το 1936 δημοσίευσε το διήγημα Οικογένεια στο περιοδικό Νέα Εστία και με το ψευδώνυμο Πέτρος Βαλμάς, το οποίο διατήρησε ως το 1949. Παρά το μακρόχρονο της ζωής του και τον πλούτο των εμπειριών του, ο Πέτρος Γλέζος, που βίωσε τα ιστορικά γεγονότα που σφράγισαν τον ελλαδικό χώρο, από τη μικρασιατική καταστροφή ως τη δικτατορία του ’67 και τη μεταπολίτευση, σπάνια και μόνο υπαινικτικά αναφέρεται στον ιστορικό και κοινωνικό περίγυρο τον ηρώων των έργων του. Εκείνο που κυρίως τον απασχολεί είναι να μεταδώσει την υπαρξιακή τους αγωνία, όπως αυτή διαμορφώνεται υπό την πίεση των εξωτερικών γεγονότων και στην οποία υποτάσσονται σιωπηλά, με κάποια πικρία ίσως αλλά χωρίς να προβάλουν αντίσταση. Η γραφή του χαρακτηρίζεται από χαμηλών τόνων ευαισθησία, έμφαση στη σκιαγράφηση της ψυχολογίας των προσώπων και νοσταλγία για το παρελθόν που χάνεται. Γενικότερα το έργο του Πέτρου Γλέζου αν και στο μεγαλύτερο μέρος του τοποθετείται χρονικά στη μεταπολεμική περίοδο της ελληνικής πεζογραφίας, συνεχίζει μάλλον την παράδοση της ελληνικής ψυχογραφικής ηθογραφίας που ξεκίνησε ήδη από τον προηγούμενο αιώνα με κορυφαίους εκπροσώπους τον Γεώργιο Βιζυηνό και τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και συνεχίστηκε με συγγραφείς όπως ο Παύλος Νιρβάνας ή ο Ιωάννης Κονδυλάκης. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Πέτρου Γλέζου βλ. Γιαλουράκης Μανώλης, «Γλέζος Πέτρος», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 5. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Μενδράκος Τάκης, «Πέτρος Γλέζος», Η μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939) Γ΄, σ.160-174. Αθήνα, Σοκόλης, 1992 και .χ.σ., «Γλέζος Πέτρος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 3. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).