Améry Jean 1912-1978
Ο Jean Amery (ψευδώνυμο του Αυστροεβραίου συγγραφέα και στοχαστή Hans Maier, το όποιο προκύπτει από αναγραμματισμό του επωνύμου του) γεννήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1912 στη Βιέννη από Εβραίο πατέρα και ρωμαιοκαθολική μητέρα. Το 1922, μία πενταετία μετά το θάνατο του πατέρα του κατά τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο, η μητέρα του μετακόμισε με τον μικρό τους γιο στη λουτρόπολη Μπαντ Ισλ. Μετά την αποφοίτησή του και τη χρεοκοπία της μητρικής επιχείρησης, μητέρα και γιος μετακόμισαν στη Βιέννη. Αφού εκπαιδεύτηκε στην τέχνη του βιβλιοπώλη, ο Αμερύ γράφτηκε στο πανεπιστήμιο για να σπουδάσει φιλοσοφία και λογοτεχνία. Οι σπουδές του τον έφεραν σε ουσιαστική επαφή με τον περίφημο Κύκλο της Βιέννης. Όμως. η ανάγκη να εργάζεται για τα προς το ζην τον κράτησε μακριά από τις σπουδές. Κατά τη δεκαετία του 1930 ενεπλάκη στις πολιτικές αναταραχές, οι οποίες κορυφώθηκαν με την προσάρτηση (Anschlu?) της Αυστρίας από τη Γερμανία το 1938. Στη Βιέννη, ο αφομοιωμένος Αμερύ βίωσε τον αχαλίνωτο αντισημιτισμό και την έξαρση του ναζισμού, συνειδητοποιώντας σταδιακά το αβάσταχτο φορτίο της εβραϊκής του ταυτότητας. Έναν χρόνο νωρίτερα, και παρά τις ενστάσεις της μητέρας του, παντρεύτηκε μια νεαρή Εβραία από το Γκρατς, με την όποια κατέφυγε στο Βέλγιο τον Ιανουάριο του 1939. Ωστόσο, η σύζυγός του δεν ήταν γραφτό να επιβιώσει στην εξορία - πέθανε το 1944 στις Βρυξέλλες, σε ηλικία 28 ετών. Τον Μάιο του 1940, λίγες ήμερες πριν από τη συνθηκολόγηση του Βελγίου με τη ναζιστική Γερμανία, ο Αμερύ συνελήφθη ως ανεπιθύμητος Γερμανός αλλοδαπός και οδηγήθηκε σε στρατόπεδο αιχμαλώτων στον γαλλικό Νότο. Τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς εκδόθηκε στις γερμανικές αρχές στο Μπορντώ και φυλακίστηκε στο διαβόητο στρατόπεδο Γκουρ, απ' όπου όμως δραπέτευσε το 1941 και ύστερα από περιπετειώδη πορεία επέστρεψε στο Βέλγιο. Έλαβε μέρος στην Αντίσταση, ενώ το 1943 συνελήφθη, βασανίστηκε από την Γκεστάπο και μετα-φέρθηκε πρώτα στο Άουσβιτς και κατόπιν στο Μπούχενβαλντ και στο Μπέργκεν-Μπέλζεν, απ' όπου απελευθερώθηκε το 1945. Μετά τη λήξη του πολέμου έζησε στο Βέλγιο με τη δεύτερη σύζυγό του. Εργάστηκε ως πολιτικός αρθρογράφος για λογαριασμό του ολλανδικού και, κυρίως, του ελβετικού Τύπου. Συγχρόνως δημοσίευσε κείμενα για τη μουσική, τον κινηματογράφο και τη γερμανική λογοτεχνία. Το 1964, με αφορμή τη διεξαγωγή της δίκης των εγκληματιών του Άουσβιτς στη Φρανκφούρτη, βρήκε το κουράγιο να μιλήσει ανοιχτά για όσα είχε υποστεί από το Τρίτο Ράιχ. Έκτοτε συνεργάστηκε σχεδόν με όλους τους μεγάλους ραδιοφωνικούς σταθμούς αλλά και με εφημερίδες της ΟΔΓ. Στις 17 Οκτωβρίου 1978 έβαλε τέλος στη ζωή του, στο Ζάλτσμπουργκ. Τιμήθηκε, μεταξύ άλλων, με το βραβείο λογοτεχνίας της Ένωσης Γερμανών Κριτικών (1970), το βραβείο λογοτεχνίας της Βαυαρικής Ακαδημίας Καλών Τεχνών (1972) και το βραβείο Theodor Lessing της πόλης του Αμβούργου (1977). Η σχολιασμένη εννιάτομη έκδοση των "Απάντων" του ολοκληρώθηκε το 2008 από τις εκδόσεις Klett-Cotta.