Θαλάσματα

Θαλάσματα

Ο μεγαλύτερος... θόρυβος οπ' άκουσα στη ζήση μ' ούλη ήτονε τ' αλμυρό κύμα της θάλασσας. Εντός της περιδιάβηκαν όμοια με μιαν βόλτα Σάββατο απόγεμα στ' ακροθαλάσσι, άθρωποι κι άθρωποι. Τρανοί και σπουδαίοι, φτωχοί και πλούσιοι, καλοί κι άδικοι, ποιητές κι ονειροπόλοι και φρόντισαν με τη ζήση τους καθημερινά να την αντριέψουν, να την... φουσκώσουν από καμάρι κι όνειρα, να την χιλιοτραγουδήσουν να χορέψουν εμπρός της χορούς λεβέντικους. Ήτον' ούλοι τους πιασμένοι 'πό τα χέρια, 'πό τον Θεό, 'πό την αγάπη. Κι η θάλασσα πότε δεχτική και πότες άγρια τους άφηνε να 'ναι μαζί της και να τραβούν απ' εντός της θησαυρούς κι όνειρα. Σε τούτη τη μονάκριβη χώρα οπού χτίσαμε τη ζήση μας, το Θεριό, προσκυνήθηκε όμοια Θεός να ήτονε. Σε κάθε ακρογιάλι, σε κάθε βράχο, σε κάθε της βότσαλο ένας άνθρωπος έχει πατήσει, έχει κλάψει, έχει μιλήσει, έχει ακούσει, έχει γελάσει κι έχει 'ξομολογηθεί σα να 'ταν έτοιμος να μεταλάβει. Μα, δεν είναι να 'σαι ούτε ναυτικός, ούτε και στεριανός να 'σαι. Μόνο να σου 'ναι μπορετό να πατάς τη μια σου πατούσα εντός στο δροσάτο νερό και πρέπον. Ε! Τότε είναι οπού η θάλασσα μοιάζει με τον πολύτιμο Θεό, οπού κάποτ' αντάμωσες. Μα, δείχνει να μοιάζει και με πολύτιμο Θεό, οπου κάποτε' αντάμωσες. Μα, δείχνει να μοιάζει και με κάτι, ίσως ακόμη πιο πολύτιμο. Με μιαν καπετάνισσα. Με μιαν γυναίκα...

Το βιβλίο δεν υπάρχει σε κάποια βιβλιοθήκη
243.185 Βιβλία
122.584 Συντελεστές
4.631 Εκδότες
Με την υποστήριξη του ΒιβλιοNet και του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου