Ο θεμέλιος μύθος

Ο θεμέλιος μύθος

Ήτανε τρεις οι ίσκιοι, μαυροντυμένοι κι άλλο τόσο μισοσβησμένοι από το σουρούπωμα που 'φτανε στο τέλος του και μόνο φώτιζε, θαρρείς ειδικά για κείνην, τα κουμπούρια τους. Της φάνηκαν θεόρατοι αλλά δεν ήξερε ακόμα πόσο απειλητικοί. Το κορμί της αργούσε να αναδυθεί από το κούρνιασμα πάνω στ' άλογο και το μυαλό της βρισκόταν πίσω στο χωριό, στα γεγονότα, τ' ακόμα ακατάληπτα, που την οδήγησαν στην αποψινή, τελευταία ίσως, απόφαση. Η Ελευθερία είχε ακούσει για τους ληστές αλλά δεν ήξερε να τους ξεχωρίσει. Είχε πια δει τους αντάρτες αλλά δεν είχε μάθει ακόμα το σημάδι τους. Όλοι οι άντρες στο βουνό ήταν ίδιοι, αυτό ήξερε, τουλάχιστον μέχρι να μιλήσουν, κι όταν μιλούσαν πλάταιναν κι άλλο το μυστήριό τους. Ασυναίσθητα άγγιξε την κοιλιά της, το δικό της μυστήριο. Αλτ, της είπε, χωρίς ένταση, ο ένας απ' τους τρεις ίσκιους. Πού πας και τι έχεις στο δισάκι σου; Σήκωσε τα μάτια η Ελευθερία, δεν έβλεπε τον άγνωστο άντρα κόντρα στο τελευταίο φως, αλλά ήθελε να τον κοιτάζει σαν του 'πε ότι γύρευε τους προχθεσινούς επισκέπτες. Αυτούς που μας είπαν για τη λευτεριά, πρόσθεσε σχεδόν αυτόματα, σάμπως κι αυτό τα ξεκαθάριζε όλα. Θέλω να μάθω αν πήραν μαζί τον άντρα μου και μετά, σα να θυμήθηκε τη δεύτερη ερώτηση, φέρνω και λίγη τροφή, εξήγησε, κι άγγιξε τα καπούλια τ' αλόγου της, για κείνον και για κείνους.

Το βιβλίο δεν υπάρχει σε κάποια βιβλιοθήκη
243.185 Βιβλία
122.584 Συντελεστές
4.631 Εκδότες
Με την υποστήριξη του ΒιβλιοNet και του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου