Παλινδρόμηση Πατώ την άμμο. Το κύμα, ερχομός γλυκός. Παλινδρομεί. Δεν χάνει ούτε λεπτό, με σβήνει. Αν φορούσα τα παπούτσια που μου ’δωσες χθες, ίσως να βούλιαζα μέσα σε ό,τι τώρα πατώ. Μα αποφάσισα να είμαι ανεπιστρεπτί.