Περί του φιλοσοφικού ύφους

Περί του φιλοσοφικού ύφους

On Philosophical Style

Ο αναγνώστης θα μπορούσε να αναρωτηθεί γιατί μεταφράζουμε ένα έλασσον έργο ενός άγνωστου στο ελληνικό κοινό και γενικότερα μάλλον λησμονημένου Αμερικανού φιλοσόφου, τη στιγμή που κλασικά έργα του φιλοσοφικού στοχασμού παραμένουν ακόμα αμετάφραστα. Ο πρώτος λόγος είναι ότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερα ρηξικέλευθο, απολαυστικό και ταυτόχρονα προκλητικό κείμενο, από αυτά που σπάνια συναντάμε στο χώρο της ακαδημαϊκής φιλοσοφίας. Ο Blanshard αναλαμβάνει να εκθέσει δημόσια, χωρίς να του λείπει το χιούμορ, η τεκμηρίωση και το κατάλληλο υπόβαθρο, θέσεις που οι παροικούντες στη φιλοσοφική Ιερουσαλήμ αρκούνται να διατυπώσουν μόνο σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις. Ως προς αυτό το σκέλος του το κείμενο μας θυμίζει την αριστουργηματική Ακαδημαϊκή μικροκοσμογραφία (1992) του Cornford, που ευτύχησε στην ελληνική μετάφρασή της που εκπονήθηκε από τον Παύλο Καλλιγά. Αναμφίβολα, κάποιες κρίσεις του συγγραφέα θα φανούν ακραίες ή άδικες, αλλά θα πρέπει να του αναγνωριστεί η τόλμη να θίξει ζητήματα που θεωρούνται ταμπού και να αμφισβητήσει αντιλήψεις που είναι τόσο διαδεδομένες (ειδικά στο πλαίσιο της κεντροευρωπαϊκής φιλοσοφίας), ώστε να θεωρούνται ότι βρίσκονται στο απυρόβλητο. Ο δεύτερος και περισσότερο πρακτικός λόγος σχετίζεται με το ίδιο το - αναμφίβολα ασυνήθιστο - θέμα του ανά χείρας δοκιμίου. Μπορεί να διαβαστεί ως ένας ελκυστικός - μια και του λείπει ο συνήθης σε τέτοια κείμενα διδακτισμός - οδηγός για την επίτευξη μεγαλύτερης σαφήνειας στο φιλοσοφικό και γενικότερα στο θεωρητικό νεοελληνικό λόγο. Μολονότι η δομή της ελληνικής γλώσσας διαφέρει από εκείνη της αγγλικής, πολλά από τα φαινόμενα που στιγματίζει ο Blanshard δεν είναι άγνωστα σε μας. Δεν είναι λίγες οι φορές που συναντάμε σε κείμενα που άπτονται των ανθρωπιστικών επιστημών αδικαιολόγητα μακροσκελείς προτάσεις, πλατειασμούς, περιττούς νεολογισμούς, συναισθηματικά ξεσπάσματα αντί για επιχειρήματα, ακραία επιτήδευση, λεξιλαγνία, μεγαλοστομία, σπουδαιοφάνεια, ατέρμονες γενικολογίες, απροθυμία παροχής εξηγήσεων και παραδειγμάτων, καθώς και μια κλίση προς την κατάχρηση ειδικών όρων. Χαρακτηριστικό της τελευταίας τάσης είναι ότι μετρήσαμε σε φιλοσοφικό δοκίμιο έξι και οκτώ τεχνικούς όρους σε μία μόνο πρόταση! Άλλες πάλι φορές επιφανείς φιλόσοφοι γνωστοί για τη διαύγεια τους, όπως o John Rawls, παρουσιάζονται με ένα εσκεμμένα δυσνόητο τρόπο, γιατί φαίνεται ότι το ακατάληπτο ενός κειμένου θεωρείται πλέον ακαταμάχητο τεκμήριο της βαθύνοιας και της δεινότητας του συγγραφέα του. Έτσι, δεν είναι σπάνιο καλοπροαίρετοι αναγνώστες να απογοητεύονται, να αναρωτιούνται για τα κίνητρα που οδηγούν μορφωμένους και ευφυείς ανθρώπους να γράφουν με τέτοιο τρόπο, και να παίρνουν οριστικά διαζύγιο από τη θεωρητική σκέψη· ή, το χειρότερο, να εκφράζουν τον απεριόριστο θαυμασμό τους για κείμενα που ουδόλως τον αξίζουν. Και βέβαια η κριτική αυτών των φαινομένων αποκτά μεγαλύτερη αξία, όταν προέρχεται από συγγραφείς, όπως ο Blanshard, που κανείς δεν θα τολμούσε να τους προσάψει αδυναμία κατανόησης της στρυφνότητας και της περιπλοκότητας των φιλοσοφικών προβλημάτων. Ο τρίτος λόγος είναι ότι ο Blanshard μας προτείνει ένα ήθος και ένα μέτρο φιλοσοφικής σκέψης και γραφής που καθίσταται εξαιρετικά ελκυστικό σε μια εποχή που ο φιλοσοφικός λόγος φαίνεται να αναζητά απεγνωσμένα ερείσματα είτε στο φορμαλισμό των θετικών επιστημών είτε στη ρευστότητα της μυθοπλασίας. Μας υποδεικνύει, ενάντια σε όσους αρέσκονται να παράγουν έναν εγωκεντρικό και απροσπέλαστο λόγο, ότι το ύφος δεν είναι μόνο ζήτημα αισθητικής αλλά και ηθικής, με την έννοια του σεβασμού και της αναγνώρισης του πραγματικού αναγνώστη. Εικάζουμε ότι, εάν υπήρχε η δυνατότητα να ξαναγράψει σήμερα το Περί του φιλοσοφικού ύφους, θα εξέφραζε τις ίδιες θέσεις αλλά ίσως με εντονότερο τρόπο και με διαφορετικά παραδείγματα, καθώς η κατάσταση ως προς τα ζητήματα που θίγει έχει επιδεινωθεί διεθνώς τα τελευταία πενήντα χρόνια. [...] Το "Περί του φιλοσοφικού ύφους" πρωτοδημοσιεύτηκε το 1954 και βασίζεται στη διάλεξη Adamson που έδωσε ο Blanshard στο Πανεπιστήμιο του Manchester το 1953. Κατά τη μετάφραση περιορίσαμε στο ελάχιστο την προσθήκη πραγματολογικών πληροφοριών σχετικά με τα ονόματα και τα έργα που μνημονεύονται, γιατί έχουμε την αίσθηση ότι οι θέσεις του φιλοσόφου γίνονται κατανοητές και χωρίς ιδιαίτερη γνώση του έργου των συγγραφέων που πραγματεύεται. Αυτή ήταν εξάλλου και η λογική που υιοθετήθηκε κατά την επανέκδοση του κειμένου το 2009 από τον εκδοτικό οίκο St. Augustine’s Press. Ακόμα, προτιμήσαμε να μην αναζητήσουμε τις υπάρχουσες δόκιμες ελληνικές αποδόσεις των παρατιθέμενων αποσπασμάτων. Κάτι τέτοιο θα νόθευε την αίσθηση που το ύφος τους προκάλεσε το συγγραφέα και τον οδήγησε στο σχολιασμό τους. Ευχαριστώ τους συναδέλφους Στέλιο Βιρβιδάκη, Νίκο Μελισσίδη και Δημήτρη Κόκορη για τις εύστοχες επισημάνσεις τους. Φιλήμων Παιονίδης Θεσσαλονίκη, Μάρτιος 2011

Το βιβλίο δεν υπάρχει σε κάποια βιβλιοθήκη

Σχετικά Βιβλία

243.185 Βιβλία
122.584 Συντελεστές
4.631 Εκδότες
Με την υποστήριξη του ΒιβλιοNet και του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου