"Εκείνο το ωραίο τοπίο/ σαν μονοκονδυλιά θαμβωτικά απλό/ έσβησε με τη ματιά/ που το αγάπησε περιπαθώς/ μέχρι θανάτου." (από τη σελ. 33 του βιβλίου)